- διλημμάτων
- δίλημμαambiguous propositionneut gen plδιλήμματοςinvolving two propositionsmasc/fem/neut gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Κόλμπεργκ, Λόρενς — (Lawrence Kohlberg, Νέα Υόρκη 1927 – 1987). Αμερικανός ψυχολόγος. Έλαβε το πτυχίο ψυχολογίας παρακολουθώντας μόλις ένα έτος σπουδών στο πανεπιστήμιο του Σικάγο και το 1958 ολοκλήρωσε το διδακτορικό του με θέμα τη λήψη ηθικών αποφάσεων,… … Dictionary of Greek